Πενθιμο πρωινο

Του μαγιού το πρώτο

χελιδόνι,

άνοιξε τα φτερά του,

σήκωσε τα μάτια του

στο φως...

Κι αναρριγήσαν τα γραπτά μου,

στο γραφείο...

Έφηβος, τρέχει στη σκόνη,

ανασταίνεται

βουβός...

μιας χαραμάδας ο μικρός,

ο θησαυρός,

που αναστατώνει τις σκιές

και θνήσκει,

ο όνειδος

Σαν της αύγης μαραίνονται ,

ο χρόνος κι ο θυμός ,

που μετρούν τα πράγματα τους

δυο, δυο.

αντικρυστά...


λίγο άγγιξαν τα μάτια αύτα

το φως,

και ξανά κροτάλισαν αργά

της ψυχής τα πένθιμα,

κρουστά.



Το χελιδόνι του μαγιού

εσπάραξε με μιας,

και τα φτερά σκορπίστηκαν

στη ζήση και τη λήθη,

μοναχα τους.

Κι έμειναν πάντοτε νεκρά,

στο σπίτι τα γραπτά,

κι οι λέξεις ενταφιάστηκαν

σάν φόδρα, ...στα σχισμένα

τα παλτά τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου